Anonymous

φιλόθυτος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. ]")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) αυτός που του αρέσει να θυσιάζει [[συχνά]]<br />2.<br />(για τελετές, εορτές) α) αυτός [[κατά]] τον οποίο γίνονται θυσίες<br />β) αυτός που τελείται από άτομα που τους αρέσουν οι θυσίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θυτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i> [Ι]), <b>πρβλ.</b> <i>βού</i>-<i>θυτος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) αυτός που του αρέσει να θυσιάζει [[συχνά]]<br />2.<br />(για τελετές, εορτές) α) αυτός [[κατά]] τον οποίο γίνονται θυσίες<br />β) αυτός που τελείται από άτομα που τους αρέσουν οι θυσίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θυτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i> [Ι]), [[πρβλ]]. [[βούθυτος]]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''φιλόθῠτος:''' [[соединенный с жертвоприношениями]] ([[ὄργια]] Aesch.).
|elrutext='''φιλόθῠτος:''' [[соединенный с жертвоприношениями]] ([[ὄργια]] Aesch.).
}}
}}