Anonymous

ραπίς: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4, $7$9)")
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[ῥαπίς]], -[[ίδος]], ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βοτ.</b> φοινικοειδές [[φυτό]] της Άπω Ανατολής<br /><b>2.</b> <b>ανατ.</b> νηματοειδές [[τμήμα]] του [[πυρήνα]] τών κυττάρων<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ράβδος]], [[ραβδί]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είδος]] υποδήματος, [[κρηπίς]]<br /><b>2.</b> δωρ. τ. του [[ῥαφίς]]<br /><b>3.</b> [[γογγυλίς]], [[είδος]] λάχανου, δανκί.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. [[ῥαπίς]] συνδέεται με το ρ. [[ῥαπίζω]] (<b>βλ. λ.</b> [[ραπίζω]]) και, [[κατά]] μία [[άποψη]], έχει προέλθει, κατ' [[απόσπαση]], από σύνθ. τύπους με β' συνθετικό -<i>ρραπις</i> ([[πρβλ]]. [[εύρραπις]], [[χρυσόρραπις]]) και διατήρησε την κατάλ. -<i>ις</i> που απαντά [[κυρίως]] σε σύνθ. λ. (<b>πρβλ.</b> <i>άν</i>-<i>αλκ</i>-<i>ις</i>, <i>ίππ</i>-<i>ουρ</i>-<i>ις</i>). Έχει προταθεί, [[επίσης]], η [[σύνδεση]] της λ. [[ῥαπίς]] με τη λ. [[ῥάβδος]] (<b>βλ. λ.</b> [[ράβδος]]). Ωστόσο, προβλήματα γεννά η σημ. της λ., [[αφού]] μόνο στον <b>Ησύχ.</b> και στον <b>Φώτ.</b> η λ. [[ῥαπίς]] έχει σημ. «[[ράβδος]]», ενώ παραδίδονται και άλλες σημ. οι οποίες θα μας οδηγούσαν στη [[σύνδεση]] με άλλους τύπους όπως [[ῥαφίς]] ή [[ῥάπυς]] / [[ῥάφανος]] (<b>βλ.</b> και λ. [[ραπίζω]])].
|mltxt=η / [[ῥαπίς]], -ίδος, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βοτ.</b> φοινικοειδές [[φυτό]] της Άπω Ανατολής<br /><b>2.</b> <b>ανατ.</b> νηματοειδές [[τμήμα]] του [[πυρήνα]] τών κυττάρων<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ράβδος]], [[ραβδί]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είδος]] υποδήματος, [[κρηπίς]]<br /><b>2.</b> δωρ. τ. του [[ῥαφίς]]<br /><b>3.</b> [[γογγυλίς]], [[είδος]] λάχανου, δανκί.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. [[ῥαπίς]] συνδέεται με το ρ. [[ῥαπίζω]] (<b>βλ. λ.</b> [[ραπίζω]]) και, [[κατά]] μία [[άποψη]], έχει προέλθει, κατ' [[απόσπαση]], από σύνθ. τύπους με β' συνθετικό -<i>ρραπις</i> ([[πρβλ]]. [[εύρραπις]], [[χρυσόρραπις]]) και διατήρησε την κατάλ. -<i>ις</i> που απαντά [[κυρίως]] σε σύνθ. λ. (<b>πρβλ.</b> <i>άν</i>-<i>αλκ</i>-<i>ις</i>, <i>ίππ</i>-<i>ουρ</i>-<i>ις</i>). Έχει προταθεί, [[επίσης]], η [[σύνδεση]] της λ. [[ῥαπίς]] με τη λ. [[ῥάβδος]] (<b>βλ. λ.</b> [[ράβδος]]). Ωστόσο, προβλήματα γεννά η σημ. της λ., [[αφού]] μόνο στον <b>Ησύχ.</b> και στον <b>Φώτ.</b> η λ. [[ῥαπίς]] έχει σημ. «[[ράβδος]]», ενώ παραδίδονται και άλλες σημ. οι οποίες θα μας οδηγούσαν στη [[σύνδεση]] με άλλους τύπους όπως [[ῥαφίς]] ή [[ῥάπυς]] / [[ῥάφανος]] (<b>βλ.</b> και λ. [[ραπίζω]])].
}}
}}