Anonymous

πλεονασμός: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
 
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[πλεονάζω]]<br />το [[αποτέλεσμα]] του [[πλεονάζω]], [[πλεόνασμα]], [[περίσσευμα]] («πλεονασμὸς ὑγρότητος», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> [[τρόπος]] έκφρασης [[κατά]] τον οποίο ο [[ομιλητής]] ή [[συγγραφέας]] επαναλαμβάνει, συσσωρεύει και, γενικά, χρησιμοποιεί στον λόγο λεκτικά στοιχεία περισσότερα από όσα του [[είναι]] απαραίτητα για να αποδώσει πλήρως τα νοήματά του, όπως λ.χ. [[πάλι]] μού ξαναμίλησε</i>, [[φέρε]] λίγο [[νερό]] ζεστό κι όχι [[κρύο]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[κέρδος]], όφελος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[επανάληψη]]<br /><b>2.</b> τοκοφλυφία<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> [[επαύξηση]] της προτάσεως<br /><b>4.</b> αυτό που υπερβαίνει [[κάτι]] που έχει οριστεί ή καθοριστεί<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> [[μεγαλοποίηση]], [[υπερβολή]].
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[πλεονάζω]]<br />το [[αποτέλεσμα]] του [[πλεονάζω]], [[πλεόνασμα]], [[περίσσευμα]] («πλεονασμὸς ὑγρότητος», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> [[τρόπος]] έκφρασης [[κατά]] τον οποίο ο [[ομιλητής]] ή [[συγγραφέας]] επαναλαμβάνει, συσσωρεύει και, γενικά, χρησιμοποιεί στον λόγο λεκτικά στοιχεία περισσότερα από όσα του [[είναι]] απαραίτητα για να αποδώσει πλήρως τα νοήματά του, όπως λ.χ. [[πάλι]] μού ξαναμίλησε</i>, [[φέρε]] λίγο [[νερό]] ζεστό κι όχι [[κρύο]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[κέρδος]], όφελος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[επανάληψη]]<br /><b>2.</b> [[τοκογλυφία]]<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> [[επαύξηση]] της προτάσεως<br /><b>4.</b> αυτό που υπερβαίνει [[κάτι]] που έχει οριστεί ή καθοριστεί<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> [[μεγαλοποίηση]], [[υπερβολή]].
}}
}}
{{ls
{{ls