Anonymous

πρόξενος: Difference between revisions

From LSJ
6_12
(13_7_2)
(6_12)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0736.png Seite 736]] ὁ, ion. [[πρόξεινος]], Her., öffentlicher Gastfreund, Gastfreund von Staatswegen, sowohl der Bürger, der von seinem Staate beauftragt ist, den Gesandten eines andern Staates bei sich aufzunehmen, ihm alle Pflichten der Gastfreundschaft zu erweisen u. ihm seine Geschäfte betreiben zu helfen, als auch derjenige, der sich als öffentlicher Gastfreund, wie die Gesandten und Geschäftsträger in einem andern Staate aufhält, Her. 6, 57; es galt auch als ein Ehrentitel, der solchen Fremden, die sich um den Staat Verdienste erworben hatten, ertheilt wurde, wie z. B. Alexander, des Amyntas Sohn von Macedonien, der Athener [[πρόξεινος]] καὶ [[φίλος]] hieß, 8, 143; od. [[πρόξεινος]] καὶ [[εὐεργέτης]], 8, 136; auch derjenige, der das Interesse eines andern Staates nach dazu erhaltenem Auftrage vertritt, wie unsere Consuln u. Residenten, an den sich daher die Bürger jenes Staates, wenn sie an den Ort kamen, wo er sich aufhielt, wenden, um von ihm Beistand u. Rath für die Betreibung ihrer Geschäfte daselbst, auch wohl gastliche Aufnahme zu erhalten; so daß also [[πρόξενος]] übh. das zwischen zwei Städten od. Staaten ist, was [[ξένος]] zwischen zwei Privatpersonen; vgl. noch Pind. πρόξενοι ἀμφικτιόνων, I. 3, 26; Aesch. Suppl. 414 u. öfter in diesem Stück; φίλης γὰρ προξένου κατήνυσαν, Soph. El. 1443; Eur.; Plat. Legg. I, 642 b; Xen. Hell. 1, 1, 25 u. öfter; Valck. zu Her. 6, 57; Koen zu Greg. Cor. p. 552; Boeckh Staatshaush. I p. 55. II p. 78 u. Ullrich de proxenia, Berol. 1822. – Adjectivisch, Alles, was Etwas vermittelt, herbeischafft, veranlaßt, anfängt, ὁρῶ τάδε φροίμια πρόξενα πόνων βιαίων ἐμῶν, Aesch. Suppl. 810.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0736.png Seite 736]] ὁ, ion. [[πρόξεινος]], Her., öffentlicher Gastfreund, Gastfreund von Staatswegen, sowohl der Bürger, der von seinem Staate beauftragt ist, den Gesandten eines andern Staates bei sich aufzunehmen, ihm alle Pflichten der Gastfreundschaft zu erweisen u. ihm seine Geschäfte betreiben zu helfen, als auch derjenige, der sich als öffentlicher Gastfreund, wie die Gesandten und Geschäftsträger in einem andern Staate aufhält, Her. 6, 57; es galt auch als ein Ehrentitel, der solchen Fremden, die sich um den Staat Verdienste erworben hatten, ertheilt wurde, wie z. B. Alexander, des Amyntas Sohn von Macedonien, der Athener [[πρόξεινος]] καὶ [[φίλος]] hieß, 8, 143; od. [[πρόξεινος]] καὶ [[εὐεργέτης]], 8, 136; auch derjenige, der das Interesse eines andern Staates nach dazu erhaltenem Auftrage vertritt, wie unsere Consuln u. Residenten, an den sich daher die Bürger jenes Staates, wenn sie an den Ort kamen, wo er sich aufhielt, wenden, um von ihm Beistand u. Rath für die Betreibung ihrer Geschäfte daselbst, auch wohl gastliche Aufnahme zu erhalten; so daß also [[πρόξενος]] übh. das zwischen zwei Städten od. Staaten ist, was [[ξένος]] zwischen zwei Privatpersonen; vgl. noch Pind. πρόξενοι ἀμφικτιόνων, I. 3, 26; Aesch. Suppl. 414 u. öfter in diesem Stück; φίλης γὰρ προξένου κατήνυσαν, Soph. El. 1443; Eur.; Plat. Legg. I, 642 b; Xen. Hell. 1, 1, 25 u. öfter; Valck. zu Her. 6, 57; Koen zu Greg. Cor. p. 552; Boeckh Staatshaush. I p. 55. II p. 78 u. Ullrich de proxenia, Berol. 1822. – Adjectivisch, Alles, was Etwas vermittelt, herbeischafft, veranlaßt, anfängt, ὁρῶ τάδε φροίμια πρόξενα πόνων βιαίων ἐμῶν, Aesch. Suppl. 810.
}}
{{ls
|lstext='''πρόξενος''': Ἰων. [[πρόξεινος]], ὁ, (ἡ, ἐπὶ γυναικός, ἴδε κατωτ. ΙΙ)· ― ἐπὶ δημοσίου ξένου, [[δημόσιος]] φίλος, γενόμενος [[τοιοῦτος]] δι’ ἀποφάσεως τῆς πολιτείας, οἷος ἦτο Ἀλέξανδρος ὁ Α΄ τῆς Μακεδονίας τοῖς Ἀθηναίοις, Ἡρόδ. 8. 136, 143, πρβλ. Πινδ. Ι. 4. 13 (3. 26), κτλ.· [[ὡσαύτως]] Στράτων ὁ βασιλεὺς τῆς Σιδῶνος, Συλλ. Ἐπιγρ. 87, κτλ.· πρόξενοι καὶ πολῖται Λυσί. 179. 26. Ἡ [[λέξις]] ἐδήλου τὴν αὐτὴν σχέσιν μεταξὺ πόλεως καὶ πολίτου ξένης πόλεως ἣν ἡ [[λέξις]] [[ξένος]] ἐδήλου μεταξὺ πολιτῶν δύο διαφόρων [[πόλεων]]· (ἀλλ’ ἡ [[σχέσις]] μεταξὺ δύο [[πόλεων]] ἢ ἐθνῶν ἐδηλοῦτο καὶ διὰ τῆς λέξεως [[ξενία]], Ἡρόδ. 6. 21, πρβλ. Wachsm. Antiq. of Greece § 25). Σὺν τῷ χρόνῳ ἡ [[σχέσις]] αὕτη ἔλαβε χαρακτῆρα τυπικὸν καὶ «διπλωματικὸν» καὶ ὁ [[πρόξενος]] ἀπέλαυε τῶν προξενικῶν προνομίων ἐπὶ τῷ ὅρῳ νὰ ὑποδέχηται, ξενίζῃ καὶ περιποιῆται τοὺς πρέσβεις καὶ πολίτας τῆς πόλεως ἣν ἀντεπροσώπευεν, [[ὥστε]] οἱ πρόξενοι ὅμοιοι τρόπον τινὰ πρὸς τοὺς σημερινοὺς προξένους καὶ «πολιτικοὺς πράκτορας», ἂν καὶ ὁ [[πρόξενος]] ἦτο ἀείποτε [[μέλος]] τῆς ξένης πόλεως. Τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦτο ἦτο πιθανῶς αὐθαίρετον (πρβλ. [[ἐθελοπρόξενος]], Θουκ. 3. 70), ἀλλὰ [[ταχέως]] ἤρξαντο νὰ δορίζωνται οἱ πρόξενοι· ὤφειλε δὲ ὁ [[πρόξενος]] τοσοῦτον νὰ ταυτίζῃ ἑαυτὸν [[μετὰ]] τῆς χώρας ἣν ἀντεπροσώπει, [[ὥστε]] αὕτη ἐγίνετο [[οὕτως]] εἰπεῖν δευτέρα [[αὐτοῦ]] [[πατρίς]], Πλάτ. Νόμ. 642Β. ― Ἐν Ἀθήναις καὶ ἄλλαις Ἑλληνικαῖς πόλεσιν ἑκάστη [[πολιτεία]] ἐξέλεγε τὸν ἑαυτῆς πρόξενον· ἐν Σπάρτῃ οἱ πρόξενοι διωρίζοντο ὑπὸ τῶν βασιλέων (Ἡρόδ. 6. 57) ἢ ὑπὸ τοῦ λαοῦ (Συλλ. Ἐπιγρ. 1335, Διογ. Λ. 2. 51). Ὡς παραδείγματα Ἀθηναίων προξένων ἐν ξέναις πολιτείαις εὑρίσκομεν τὸν Πίνδαρον ἐν Θήβαις, τὸν Θουκυδίδην ἐν Φαρσάλῳ, τὸν Δόξανδρον ἐν Μυτιλήνῃ, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 179 = 166, Θουκ. 8. 92, Ἀριστ. Πολιτ. 5. 4, 6· πρβλ. Θουκ. 2. 29., 3. 2, Αἰσχίν. 90. 23, κτλ.· τῶν Σπαρτιατῶν δὲ προξένους ἐν Ἀθήναις τὸν Κίμωνα, τὸν Ἀλκιβιάδην, τὸν Καλλίαν, Ἀνδοκ. 23. 43, Θουκ. 5. 43, 6. 89, Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 22· [[οὕτως]] ἐν Ἀθήναις ὁ Νικίας ἦν [[πρόξενος]] τῶν Συρακοσίων, Διόδ. 13. 27· ὁ Δημοσθένης καὶ [[Θράσων]] τῶν Θηβαίων, Αἰσχίν. 46. 42 κἑξ., 73. 20· ἐν Σπάρτῃ ὁ Λίχας ἦτο [[πρόξενος]] τῶν Ἀργείων, Θουκ. 5. 76· ὁ Φάραξ τῶν Βοιωτῶν, Ξεν. Ἑλλ. 4. 5, 6· ὁ Κλέαρχος τῶν Βυζαντίων, [[αὐτόθι]] 1. 1, 35· ὁ Πολυδάμας τῶν Θεσσαλῶν, 6. 1, 4. Τύραννοι [[ὡσαύτως]] καὶ βαρβαρικαὶ πολιτεῖαι εἶχον τοὺς ἑαυτῶν προξένους, πρβλ. τὸν αὐτ. ἐν Ἀναβ. 5. 4, 2., 5. 6, 11. ― Ἐν Δελφοῖς φαίνεται ὅτι ὑπῆρχον ἐπίσημοι πρόξενοι μὴ ἀνήκοντες εἰς ὡρισμένας πολιτείας, Εὐρ. Ἴων 551, 1039, Ἀνδρ. 1003· πρβλ. τὸ Δελφοὶ ξεναγέται τοῦ Πινδ. ἐν Ν. 7. 63. Τὴν προξενίαν [[ἐνίοτε]] ἤσκουν ὁλόκληροι οἰκογένειαι καὶ κατήντησεν [[ἀξίωμα]] κληρονομικόν, Θουκ. 3. 2 καὶ 85., 5. 43, Ξεν. Συμπ. 8, 39. Οἱ πρόξενοι τῶν Ἀθηναίων εἶχον (ὡς γινώσκομεν) ἴδια προνόμια ὅτε ἐπεσκέπτοντο τὰς Ἀθήνας, [[οἷον]] ἰσοτέλειαν, προεδρίαν, κτλ., Δημ. 475. 10, Δείναρχ. 95 ἐν τέλ. ― Περὶ τῶν καθηκόντων αὐτῶν ἴδε Δημ. 1237. 17, πρβλ. Ἑρμάνν. Pol. Ant. § 116. 4, Ulrich de Proxenia (Berl. 1822), Meier de Pr. (Hal. 1843). 2) ἐν ἀρχαίᾳ ἐπιγραφῇ (Συλλ. Ἐπιγρ. 4) οἱ πρόξενοι φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] δημόσιοι ὑπάλληλοι καταγράφοντες τὰς διαθήκας, Böckh σ. 12. ΙΙ. [[καθόλου]], προστάτης, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 419, 492, 919, 920, Ἀριστοφ. Θεσμ. 602, πρβλ. 576 φίλης γὰρ προξένου κατήνυσαν, κατώρθωσαν νὰ τύχωσι καλῆς ὑποδοχῆς, ὑπὸ τῆς Κλυταιμνήστρας [[δηλαδή]], ἀλλ’ ἡ ὑποκρυπτομένη [[ἔννοια]] [[εἶναι]], ὡς λέγει ὁ Σχολ., «ὅτι κατ’ ἐκείνης τὸν φόνον εἰργάσαντο», Σοφ. Ἠλ. 1451· προξένῳ χρῆσθαί τινι Εὐρ. Ἀποσπ. 716. 2) ὡς ἐπίθετ., βοηθός, [[ἐπίκουρος]], [[μετὰ]] γεν., [[τεῦχος]] πρ. εὐφραδίης Ἀνθ. Π. 1. 28, 4, πρβλ. Ἀλκίφρ. 3. 72. ― πρόξενϝος Kaib. ep. 119, 3.
}}
}}