Anonymous

ἀποσπάς: Difference between revisions

From LSJ
6_4
(13_1)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0325.png Seite 325]] άδος, fem. zu [[ἀποσπάδιος]], abgerissen, Nonn.; ἡ ἀπ., abgerissener Zweig, Ranke, Leon. Tar. 13 (VI, 300).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0325.png Seite 325]] άδος, fem. zu [[ἀποσπάδιος]], abgerissen, Nonn.; ἡ ἀπ., abgerissener Zweig, Ranke, Leon. Tar. 13 (VI, 300).
}}
{{ls
|lstext='''ἀποσπάς''': -άδος, ἡ , ἀπεσπασμένη, ἀποκεχωρισμένη, διωκόμεναι δὲ σιδήρῳ ἄστεος ἐντὸς ἵκανον ἀποσπάδες ἠθάδος ὕλης Νόνν. Δ. 34, 347, κτλ. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., παραφυὰς ἀποκεκομμένη πρὸς φύτευσιν, οὐ μόνον δὲ ἐξ [[ἀποσπάδων]], ἀλλὰ καὶ ἐξ αὐτορίζων κατατίθεται Γεωπ. 10, 23, 3· [[πύξος]] φυτεύεται ἔκ τε [[ἀποσπάδων]] καὶ κορυνῶν 11, 9, κτλ.· [[ἀπόσπασμα]] κλήματος [[μετὰ]] σταφυλῶν, ἢ «ἕνα τσαμπὶ σταφύλια», Ἀνθ. Π. 6. 300· μεταφ., [[βραχίων]] ἢ διακλάδωσις ποταμοῦ, διά τινος ἀποσπάδος τοῦ μεγάλου Ἴστρου Εὐστ. 1712. 6.
}}
}}