Anonymous

τοίνυν: Difference between revisions

From LSJ
2,441 bytes added ,  5 August 2017
6_1
(13_6a)
(6_1)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1124.png Seite 1124]] bes. in Prosa sehr häufige Verstärkung der enklit. Partikel τοι, darum, deshalb, demnach also; oft dient es bei den Att. die Rede wieder aufzunehmen und fortzusetzen, Aesch. Ch. 898 Spt. 978 u. sonst; Soph. El. 1039 O. C. 405; ἔλεγες [[τοίνυν]] δὴ ὅτι, Plat. Gorg. 459 a; Phaed. 72 a Conv. 173 e u. öfter; auch mit leichter Ironie, Soph. O. R. 1067; Ar. oft; Xen. u. Folgde; zu Anfang des Satzes steht es sehr selten, s. Lob. Phryn. 342; Jae. A. P. p. 681; ἔτι [[τοίνυν]], porro, Dem. 1, 25.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1124.png Seite 1124]] bes. in Prosa sehr häufige Verstärkung der enklit. Partikel τοι, darum, deshalb, demnach also; oft dient es bei den Att. die Rede wieder aufzunehmen und fortzusetzen, Aesch. Ch. 898 Spt. 978 u. sonst; Soph. El. 1039 O. C. 405; ἔλεγες [[τοίνυν]] δὴ ὅτι, Plat. Gorg. 459 a; Phaed. 72 a Conv. 173 e u. öfter; auch mit leichter Ironie, Soph. O. R. 1067; Ar. oft; Xen. u. Folgde; zu Anfang des Satzes steht es sehr selten, s. Lob. Phryn. 342; Jae. A. P. p. 681; ἔτι [[τοίνυν]], porro, Dem. 1, 25.
}}
{{ls
|lstext='''τοίνῠν''': (νυν) [[ὅθεν]], λοπόν, δι’ ὅ, [[μόριον]] συμπερασματικὸν ἐν χρήσει εἰς ἔκφρασιν τῆς ἰσχυρᾶς τοῦ λέγοντος πεποιθήσεως, σχεδὸν ὡς τὸ [[τοιγάρ]], πλὴν ὅτι παρὰ τοῖς δοκίμοις συγγραφεῦσιν [[οὐδέποτε]] τίθεται ἐν ἀρχῇ προτάσεως, (ἴδε κατωτ. ΙΙ), πρῶτον παρ’ Ἡροδ., Πινδ. καὶ τοῖς Τραγ.· εἰ [[τοίνυν]]... Ἡρόδ. 1. 57· ― [[ἐνίοτε]] [[εἶναι]] ὀλίγῳ πλέον ἢ ἐπιτεταμένον τοι, Σοφ. Ο. Τ. 1067, Ξεν. Κύρ. 2. 2, 24, κλπ.· ἐν τῇ τοῦ Ξεν. Ἀναβ. 7. 6, 19, μὴ [[τοίνυν]] μηδ’ ὅσα..., [[μηδὲ]] τόσα ἀληθῶς ὅσα... 2) παρ’ Ἀττικ. κεῖται [[πολλάκις]] εἰς ἀνάληψιν ἢ ἐξακολούθησιν λόγου, περαιτέρω, περιπλέον, [[προσέτι]], ἔλεγες [[τοίνυν]] δὴ ὅτι... Πλάτ. Γοργ. 459Α, πρβλ. Ξεν. Ἀν. 3. 1, 36. κλπ.· ― [[ἐνίοτε]] μετ’ ἐλαφρᾶς εἰρωνείας, Σοφ. Ο. Τ. 1067. 3) [[ἐνίοτε]] τίθεται ἐν ἀρχῇ λόγου ἢ ἀγορεύσεως, ἐγὼ μὲν [[τοίνυν]]..., ὅτε ἀναφέρεται εἰς [[πρᾶγμα]] παρὸν ἐν τῷ νῷ τοῦ ἀγορεύοντος καὶ τοῦ ἀκροατοῦ, ἐγὼ μὲν [[τοίνυν]], ἔφη, ὦ ἄνδρες, [[ἀπείρηκα]] Ξεν. Ἀν. 5. 1, 2, πρβλ. Θουκ. 5. 87, 89· οὕτω [[μετὰ]] τῆς προστ., «λοιπόν...», Ξεν. Κύρ. 2. 4, 8, κλπ. ΙΙ. παρὰ μεταγεν. συγγραφεῦσιν, [[οἷον]] παρὰ Γαληνῷ, Σέξτ. Ἐμπ. καὶ ἑτέροις, οὓς μνημονεύει ο Λοβέκ. εἰς Φρύν. 342, κεῖται [[ἐνίοτε]] ὡς ἡ πρώτη [[λέξις]] περιόδου· ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 904 συνέβη τοῦτο μόνον [[ἕνεκα]] τῆς πλημμελοῦς στίξεως. [ῠ συνήθως, [[οἷον]] Αἰσχύλ. Πρ. 760, Σοφ. Ἀποσπ. 71· ἀλλ’ [[ἐνίοτε]] ῡ, ὡς ἐν Ἀριστοφ. Ἱππ. 1259, Νεφ. 429, 435].
}}
}}