Anonymous

ἐκκαρπίζομαι: Difference between revisions

From LSJ
6_14
(13_2)
(6_14)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0762.png Seite 762]] entfruchten, [[ἔδαφος]], aussaugen, Theophr. – Frucht bringen, [[ἄρουρα]] ἄτης θάνατον ἐκκαρπίζεται Aesch. Spt. 583.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0762.png Seite 762]] entfruchten, [[ἔδαφος]], aussaugen, Theophr. – Frucht bringen, [[ἄρουρα]] ἄτης θάνατον ἐκκαρπίζεται Aesch. Spt. 583.
}}
{{ls
|lstext='''ἐκκαρπίζομαι''': μέσ., [[παράγω]] καρπόν, Αἰσχύλ. Θήβ. 601 (πιθ. [[νόθος]] [[στίχος]], ἴδε Πόρσωνα καὶ Ἕρμαννον). ΙΙ. ἐπὶ καλλιεργουμένης γῆς, ἐξαντλοῦμαι, καθίσταμαι [[ἄγονος]], τάχιστα ἐκκαρπίζεται τὰ ἐδάφη Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 8, 3.
}}
}}