Anonymous

καλλιφωνία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καλλιφωνία''': ἡ, ὡς τὸ εὐφωνία, ἀντίθ. τῷ [[κακοφωνία]] καὶ [[δυσφωνία]], Διον. Ἁλ. π. Ρητ. 1. 5., 4. 1, Λουκ. Ἁλ. 22. 2) [[λαμπρότης]] φωνῆς Ἐπιφάν. 1. 564Α.
|lstext='''καλλιφωνία''': ἡ, ὡς τὸ εὐφωνία, ἀντίθ. τῷ [[κακοφωνία]] καὶ [[δυσφωνία]], Διον. Ἁλ. π. Ρητ. 1. 5., 4. 1, Λουκ. Ἁλ. 22. 2) [[λαμπρότης]] φωνῆς Ἐπιφάν. 1. 564Α.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />belle voix, son agréable.<br />'''Étymologie:''' [[καλλίφωνος]].
}}
}}