Anonymous

Στερόπης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_19)
 
(Bailly1_4)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Στερόπης''': -ου, ὁ, ὁ ἀστράπτων, [[ὄνομα]] ἑνὸς ἐκ τῶν τριῶν Κυκλώπων, Ἡσ. Θ. 140, Καλλ. εἰς Ἄρτ. 68.
|lstext='''Στερόπης''': -ου, ὁ, ὁ ἀστράπτων, [[ὄνομα]] ἑνὸς ἐκ τῶν τριῶν Κυκλώπων, Ἡσ. Θ. 140, Καλλ. εἰς Ἄρτ. 68.
}}
{{bailly
|btext=(ὁ) :<br />« Éclatant », <i>Cyclope</i>.<br />'''Étymologie:''' [[στεροπή]].
}}
}}