Anonymous

ἔφορος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_14)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔφορος''': ὁ, ([[ἐφοράω]]) [[ἐπόπτης]], [[φύλαξ]], [[ἡγεμών]], στρατιᾶς Αἰσχύλ. Περσ. 25· χώρας Σοφ. Ο. Κ. 145· σφαγίων Εὐρ. Ρῆσ. 30· τῶν παίδων Πλάτ. Φαῖδρ. 265C: - ὡς θηλ., Αἰλ. παρὰ Σουΐδ. ἐν λ. Νέμεσις. ΙΙ. ἐν Σπάρτῃ, ἔφοροι, οἱ, [[σῶμα]] ἐκ [[πέντε]] ἀρχόντων, [[ὅπερ]] εἶχε δύναμιν καὶ ἐπ’ αὐτῶν τῶν βασιλέων, Ἡρόδ. 1. 65., 6. 82, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 692Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 6, 17., 2. 9, 26, κ. ἀλλ.· παραβαλλόμενοι πρὸς τοὺς παρὰ Κρησὶ κόσμους, οἱ μὲν ἔφοροι τὴν αὐτὴν ἔχουσι δύναμιν τοῖς ἐν τῇ Κρήτῃ καλουμένοις κόσμοις [[αὐτόθι]] 2. 10, 6· - [[ὡσαύτως]], ἄρχοντες ἐν Θήρα, Συλλ. Ἐπιγρ. 2448. ΙΙΙ. παρ’ Ἐκκλ. = [[ἐπίσκοπος]], τὸ [[στῖφος]] τῶν Ἀρειανῶν ἐφόρων Φιλοστόργ. Ἐκκλ. Ἱστ. 1. 9, σ. 7· Ἀέτιον τὸν ἔφορον τῆς Παλαιστίνης [[αὐτόθι]] 3. 12, σ. 46.
|lstext='''ἔφορος''': ὁ, ([[ἐφοράω]]) [[ἐπόπτης]], [[φύλαξ]], [[ἡγεμών]], στρατιᾶς Αἰσχύλ. Περσ. 25· χώρας Σοφ. Ο. Κ. 145· σφαγίων Εὐρ. Ρῆσ. 30· τῶν παίδων Πλάτ. Φαῖδρ. 265C: - ὡς θηλ., Αἰλ. παρὰ Σουΐδ. ἐν λ. Νέμεσις. ΙΙ. ἐν Σπάρτῃ, ἔφοροι, οἱ, [[σῶμα]] ἐκ [[πέντε]] ἀρχόντων, [[ὅπερ]] εἶχε δύναμιν καὶ ἐπ’ αὐτῶν τῶν βασιλέων, Ἡρόδ. 1. 65., 6. 82, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 692Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 6, 17., 2. 9, 26, κ. ἀλλ.· παραβαλλόμενοι πρὸς τοὺς παρὰ Κρησὶ κόσμους, οἱ μὲν ἔφοροι τὴν αὐτὴν ἔχουσι δύναμιν τοῖς ἐν τῇ Κρήτῃ καλουμένοις κόσμοις [[αὐτόθι]] 2. 10, 6· - [[ὡσαύτως]], ἄρχοντες ἐν Θήρα, Συλλ. Ἐπιγρ. 2448. ΙΙΙ. παρ’ Ἐκκλ. = [[ἐπίσκοπος]], τὸ [[στῖφος]] τῶν Ἀρειανῶν ἐφόρων Φιλοστόργ. Ἐκκλ. Ἱστ. 1. 9, σ. 7· Ἀέτιον τὸν ἔφορον τῆς Παλαιστίνης [[αὐτόθι]] 3. 12, σ. 46.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui surveille, qui veille : ὁ [[ἔφορος]] gardien, surveillant ; <i>d’où</i><br /><b>1</b> chef (d’une armée, d’un pays);<br /><b>2</b> <i>à Sparte</i> éphore.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ὁράω]].
}}
}}