3,255,242
edits
(6_9) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βομβῠλιός''': ἢ -ύλιος, ὁ, ἔντομον βομβοῦν, [[μέλισσα]], Ἀριστοφ. Σφηξ. 107, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 9. 40, 2 καὶ 43, 1· [[κώνωψ]], Ἡσύχ. 2) τὸ [[ἔμβρυον]] ἢ ἡ χρυσαλλὶς τοῦ μεταξοσκώληκος (διάφ. γραφ. [[βομβυλίς]]) Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 5. 19, 10· ἴδε Schneid. τόμ. 3. σ. 372. ΙΙ. [[ἀγγεῖον]] στενόλαιμον, τὸ ὁποῖον παράγει ἦχον κατὰ τὴν ἔκχυσιν τοῦ ἐν αὐτῷ ὕδατος, Ἱππ. 494. 55, ἴδε Ἀθήν. 784C, Α. Β. 220. (Περὶ τοῦ τονισμοῦ ἴδε Ἐτυμ. Μ. 380). | |lstext='''βομβῠλιός''': ἢ -ύλιος, ὁ, ἔντομον βομβοῦν, [[μέλισσα]], Ἀριστοφ. Σφηξ. 107, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 9. 40, 2 καὶ 43, 1· [[κώνωψ]], Ἡσύχ. 2) τὸ [[ἔμβρυον]] ἢ ἡ χρυσαλλὶς τοῦ μεταξοσκώληκος (διάφ. γραφ. [[βομβυλίς]]) Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 5. 19, 10· ἴδε Schneid. τόμ. 3. σ. 372. ΙΙ. [[ἀγγεῖον]] στενόλαιμον, τὸ ὁποῖον παράγει ἦχον κατὰ τὴν ἔκχυσιν τοῦ ἐν αὐτῷ ὕδατος, Ἱππ. 494. 55, ἴδε Ἀθήν. 784C, Α. Β. 220. (Περὶ τοῦ τονισμοῦ ἴδε Ἐτυμ. Μ. 380). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br />tout insecte bourdonnant (abeille, bourdon, mouche, <i>etc.</i>).<br />'''Étymologie:''' [[βόμβος]]. | |||
}} | }} |