Anonymous

ἐπεμβάτης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_4)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπεμβάτης''': ᾰ, ου, ὁ [[ἀναβάτης]], ἵππων ἐπεμβάται Εὐρ. Βάκχ. 782· καὶ ἀπολ., ἱππεὺς Ἀνακρ. 75: ― [[ὡσαύτως]], ἁρμάτων [[ἐπεμβάτης]] Εὐρ. Ἱκ. 585· καὶ ἀπολ., [[αὐτόθι]] 685. ΙΙ. ἐπεμβάται ἴχνεσι κούφοις, οἱ βαίνοντες κούφοις βήμασι, Ὀρφ. Ὕμν. 31. 3.
|lstext='''ἐπεμβάτης''': ᾰ, ου, ὁ [[ἀναβάτης]], ἵππων ἐπεμβάται Εὐρ. Βάκχ. 782· καὶ ἀπολ., ἱππεὺς Ἀνακρ. 75: ― [[ὡσαύτως]], ἁρμάτων [[ἐπεμβάτης]] Εὐρ. Ἱκ. 585· καὶ ἀπολ., [[αὐτόθι]] 685. ΙΙ. ἐπεμβάται ἴχνεσι κούφοις, οἱ βαίνοντες κούφοις βήμασι, Ὀρφ. Ὕμν. 31. 3.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />qui est monté sur, gén..<br />'''Étymologie:''' [[ἐπεμβαίνω]].
}}
}}