3,274,921
edits
(6_14) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χαλκόπους''': ὁ, ἡ, ὁ ἔχων πόδας ἐκ χαλκοῦ, [[τρίπους]] Εὐρ. Ἱκ. 1196· ― παρ’ Ὁμ. ἐπὶ ἵππων, εἰς δήλωσιν τῆς [[μεγάλης]] ἰσχύος τῶν ὁπλῶν αὐτῶν, χαλκόποδ’ ἵππω, ἔχοντες χαλκίνους πόδας, χαλκίνας ὁπλάς, Ἰλ. Θ. 41, Ν. 23· χ. [[Ἐρινύς]], εἰς δήλωσιν τῆς ἀκαταπονήτου ὑπ’ αὐτῶν καταδιώξεως, Σοφ. Ἠλ. 491· ἐπὶ τοῦ Ἐμπεδοκλέους ὡς φέροντος χαλκᾶ πέδιλα, Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 20. 4· ― ἐν Σοφ. Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 57, [[χαλκόπους]] ὁδός, σημαίνει [[ἁπλῶς]] οὐδὸν (κατώφλιον) ἐκ χαλκοῦ, πρβλ. 1591. | |lstext='''χαλκόπους''': ὁ, ἡ, ὁ ἔχων πόδας ἐκ χαλκοῦ, [[τρίπους]] Εὐρ. Ἱκ. 1196· ― παρ’ Ὁμ. ἐπὶ ἵππων, εἰς δήλωσιν τῆς [[μεγάλης]] ἰσχύος τῶν ὁπλῶν αὐτῶν, χαλκόποδ’ ἵππω, ἔχοντες χαλκίνους πόδας, χαλκίνας ὁπλάς, Ἰλ. Θ. 41, Ν. 23· χ. [[Ἐρινύς]], εἰς δήλωσιν τῆς ἀκαταπονήτου ὑπ’ αὐτῶν καταδιώξεως, Σοφ. Ἠλ. 491· ἐπὶ τοῦ Ἐμπεδοκλέους ὡς φέροντος χαλκᾶ πέδιλα, Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 20. 4· ― ἐν Σοφ. Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 57, [[χαλκόπους]] ὁδός, σημαίνει [[ἁπλῶς]] οὐδὸν (κατώφλιον) ἐκ χαλκοῦ, πρβλ. 1591. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ους, ουν ; <i>gén.</i> -ποδος<br /><b>1</b> aux pieds d’airain ; <i>fig.</i> infatigable;<br /><b>2</b> aux chaussures d’airain ; aux sabots ferrés d’airain;<br /><b>3</b> au sol d’airain.<br />'''Étymologie:''' [[χαλκός]], [[πούς]]. | |||
}} | }} |