3,274,408
edits
(6_19) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀτῑμᾰγέλης''': -ου, ὁ, ([[ἀγέλη]]) «ὁ [[ἀποστάτης]] τῆς ἀγέλης [[ταῦρος]], οὕτω Σοφοκλῆς» Α. Β. 459, 31 (Σοφ. Ἀποσπ. 850), Θεόκρ. 25. 132, Ἀνθ. Π. 6, 255· - «ἀτιμαγέλου, μὴ συναγελαζομένου» Σουΐδ. | |lstext='''ἀτῑμᾰγέλης''': -ου, ὁ, ([[ἀγέλη]]) «ὁ [[ἀποστάτης]] τῆς ἀγέλης [[ταῦρος]], οὕτω Σοφοκλῆς» Α. Β. 459, 31 (Σοφ. Ἀποσπ. 850), Θεόκρ. 25. 132, Ἀνθ. Π. 6, 255· - «ἀτιμαγέλου, μὴ συναγελαζομένου» Σουΐδ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />qui abandonne le troupeau par dédain, qui paît solitaire.<br />'''Étymologie:''' [[ἄτιμος]], [[ἀγέλη]]. | |||
}} | }} |