Anonymous

βροτόεις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βροτόεις''': εσσα, εν, ([[βρότος]]) ᾑματωμένος, κεκηλιδωμένος μὲ ἀνθρώπινον [[αἷμα]], ἐπὶ τοῦ ὁπλισμοῦ τῶν φονευθέντων, [[ἔναρα]] Ἰλ. Ζ.480, κτλ.· [[ἀνδράγρια]] Ξ. 509.
|lstext='''βροτόεις''': εσσα, εν, ([[βρότος]]) ᾑματωμένος, κεκηλιδωμένος μὲ ἀνθρώπινον [[αἷμα]], ἐπὶ τοῦ ὁπλισμοῦ τῶν φονευθέντων, [[ἔναρα]] Ἰλ. Ζ.480, κτλ.· [[ἀνδράγρια]] Ξ. 509.
}}
{{bailly
|btext=όεσσα, όεν;<br />couvert de sang.<br />'''Étymologie:''' [[βρότος]].
}}
}}