3,274,399
edits
(6_15) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βούβᾰλος''': ὁ, πιθ. = βούβαλις, [[διότι]] συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν ἐλάφων καὶ δορκάδων, Ἀριστ. Ζ. Μ. 3. 2, πρβλ. Πολύβ. 12. 5. | |lstext='''βούβᾰλος''': ὁ, πιθ. = βούβαλις, [[διότι]] συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν ἐλάφων καὶ δορκάδων, Ἀριστ. Ζ. Μ. 3. 2, πρβλ. Πολύβ. 12. 5. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />buffle, <i>animal</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. [[βοῦς]]. | |||
}} | }} |