3,273,507
edits
(6_13b) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαβάλλω''': μέλλ. -βᾰλῶ˙ πρκμ. -βέβληκα˙-[[ῥίπτω]] [[ἀπέναντι]] ἢ εἰς τὸ [[πέραν]], [[διαβιβάζω]] [[ἀπέναντι]], [[νέας]] Ἡρόδ. 5. 33, 34˙ [[ἐντεῦθεν]]. 2) κατὰ τὸ φαινόμενον ἀμετάβ., ὡς τὸ Λατ. trajicere, [[ὑπερβαίνω]], [[διαβαίνω]], [[διέρχομαι]], ἐκ…, ἐς… Ἡρόδ. 9. 114˙ πρὸς… Εὐρ. Ἱκέτ. 931˙ [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτιατ. τοπικοῦ διαστήματος δ. πόρον Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 66˙ γεφύρας Εὐρ. Ρήσ. 117˙ τὸν Ἰόνιον Θουκ. 6. 30˙ τὸ [[πέλαγος]] εἰς τόπον Δημήτρ. Σικελ. 1. 3) περῶ διὰ μέσου, τῆς θύρας δάκτυλον Διογ. Λ. 1. 118˙ [[τύλος]] διαβεβλημένος διὰ τοῦ ῥυμοῦ Ἀρρ. Ἀν. 2. 2. ΙΙ. ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ 643, ἅττα διαβάλοι τις αὐτῇ, ταῦτ’ ἂν ἥδιστ’ ἤσθιεν, [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἀντὶ τοῦ παραβάλοι, οἱαδήποτε κομμάτια ἤθελε ῥίψει εἰς αὐτὴν …, [[μετὰ]] παιδιᾶς λεγόμενον ἐπὶ τῆς σημασ. IV. ΙΙΙ. [[ἐγείρω]] διαφορὰν [[μεταξύ]] τινων, [[κάμνω]] τινὰς νὰ ἐρίσωσιν˙ ἐμὲ καὶ Ἀγάθωνα Πλάτ. Συμπ. 222C, D, πρβλ. Πολ. 498C˙ οὕτω, δ. [τινὰς] ἀλλήλοις Ἀριστ. Πολ. 5.1, 8.- Παθ. διαφέρομαι [[πρός]] τινα, διαφωνῶ, τινὶ Πλάτ. Φαίδωνι 67Ε. | |lstext='''διαβάλλω''': μέλλ. -βᾰλῶ˙ πρκμ. -βέβληκα˙-[[ῥίπτω]] [[ἀπέναντι]] ἢ εἰς τὸ [[πέραν]], [[διαβιβάζω]] [[ἀπέναντι]], [[νέας]] Ἡρόδ. 5. 33, 34˙ [[ἐντεῦθεν]]. 2) κατὰ τὸ φαινόμενον ἀμετάβ., ὡς τὸ Λατ. trajicere, [[ὑπερβαίνω]], [[διαβαίνω]], [[διέρχομαι]], ἐκ…, ἐς… Ἡρόδ. 9. 114˙ πρὸς… Εὐρ. Ἱκέτ. 931˙ [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτιατ. τοπικοῦ διαστήματος δ. πόρον Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 66˙ γεφύρας Εὐρ. Ρήσ. 117˙ τὸν Ἰόνιον Θουκ. 6. 30˙ τὸ [[πέλαγος]] εἰς τόπον Δημήτρ. Σικελ. 1. 3) περῶ διὰ μέσου, τῆς θύρας δάκτυλον Διογ. Λ. 1. 118˙ [[τύλος]] διαβεβλημένος διὰ τοῦ ῥυμοῦ Ἀρρ. Ἀν. 2. 2. ΙΙ. ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ 643, ἅττα διαβάλοι τις αὐτῇ, ταῦτ’ ἂν ἥδιστ’ ἤσθιεν, [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἀντὶ τοῦ παραβάλοι, οἱαδήποτε κομμάτια ἤθελε ῥίψει εἰς αὐτὴν …, [[μετὰ]] παιδιᾶς λεγόμενον ἐπὶ τῆς σημασ. IV. ΙΙΙ. [[ἐγείρω]] διαφορὰν [[μεταξύ]] τινων, [[κάμνω]] τινὰς νὰ ἐρίσωσιν˙ ἐμὲ καὶ Ἀγάθωνα Πλάτ. Συμπ. 222C, D, πρβλ. Πολ. 498C˙ οὕτω, δ. [τινὰς] ἀλλήλοις Ἀριστ. Πολ. 5.1, 8.- Παθ. διαφέρομαι [[πρός]] τινα, διαφωνῶ, τινὶ Πλάτ. Φαίδωνι 67Ε. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>f.</i> διαβαλῶ, <i>etc.</i><br /><b>I.</b> ([[διά]] à travers) jeter à travers : [[νέας]] HDT <i>litt.</i> faire passer des navires à travers une mer, faire franchir une mer à des navires ; <i>intr.</i> se jeter à travers, traverser, franchir : τὸν Ἰόνιον THC la mer Ionienne ; δ. [[ἐς]] τὴν Νάξον HDT, πρὸς τὴν ἤπειρον THC passer la mer pour aller à Naxos, pour gagner le continent (voisin);<br /><b>II.</b> ([[διά]] de côté et d’autre) jeter de côté et d’autre, <i>d’où</i><br /><b>1</b> séparer, désunir : διαβεβλῆσθαί τινι PLAT être brouillé avec qch, <i>càd</i> faire fi de qch;<br /><b>2</b> déconseiller, dissuader, détourner de : τινα [[πρός]] [[τι]] PLUT détourner qqn de qch (<i>litt.</i> à l’égard de qch);<br /><b>3</b> <i>p. ext.</i> attaquer, accuser, calomnier : τινα [[πρός]] τινα, τινα ἔς τινα, τινά τινι accuser une personne auprès d’une autre ; <i>abs.</i> dire du mal de, décrier;<br /><b>4</b> tromper, acc.;<br /><i><b>Moy.</b></i> διαβάλλομαι (<i>f.</i> διαβαλοῦμαι);<br /><b>1</b> διαβάλλεσθαι [[πρός]] τινα ἀστραγάλοις PLUT <i>ou</i> τοῖς κύβοις PLUT jouer avec qqn aux osselets <i>ou</i> aux dés;<br /><b>2</b> tromper, acc..<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[βάλλω]]. | |||
}} | }} |