Anonymous

ἐνέργεια: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_9)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐνέργεια''': ἡ, ([[ἐνεργής]]), τὸ ἐνεργεῖν, [[δρᾶσις]], [[πρᾶξις]], [[κίνησις]], [[ἐνέργεια]], ἐν συγκρίσει πρὸς τὴν ἕξιν, ἡ μὲν γὰρ [[αἴσθησις]] [[ἕξις]] ἡ δὲ [[κίνησις]] [[ἐνέργεια]] Ἀριστ. Τοπικ. 4. 5, 1· ἐπὶ πραγμάτων, [[δύναμις]], Διόδ. 20. 95· ἐν τῇ ῥητορικῇ, ζωηρὰ ἢ ἀνθηρὰ [[ἔκφρασις]], Ἀριστ. Ρητ. 3. 11. 2. ΙΙ. ἐν τῇ φιλοσοφίᾳ τοῦ Ἀριστ. τὸ ἐνεργείᾳ ὑπάρχειν, πράγματι ὑπάρχειν, ἀντιτίθεται τῷ δυνάμει ὑπάρχειν. Μετὰ τὰ Φυσ. 8. 6, 1 κἑξ.: ἴδε τὴν λέξιν [[δύναμις]] IV: ἡ [[ἐνέργεια]] [[πολλάκις]] δὲν διακρίνεται τῆς λέξεως [[ἐντελέχεια]]· ἀλλ’ ὅτι ὁ Ἀριστ. κάμνει διάκρισιν μεταξὺ αὐτῶν [[εἶναι]] φανερὸν ἐκ τῶν Φυσ. 3. 3, 1, Μετὰ τὰ Φυσ. 8. 3. 9· ἀμφότεραι σημαίνουσι τὴν πραγματικὴν ὕπαρξιν πράγματός τινος, ἀλλ’ ἡ [[ἐντελέχεια]] [[εἶναι]] ἡ [[πλήρης]] καὶ [[ἀπόλυτος]] [[κατάστασις]] ἡ προερχομένη ἐκ τῆς ἐνεργείας, Trendelenb. de An. σ. 297. Bonitz. Metaph. 2. σ. 387: ἡ [[ἐνέργεια]] ἀντιτίθεται [[ὡσαύτως]] τῇ ὕλῃ. Μετὰ τὰ Φυσ. 7. 2, 6 καὶ = τῇ οὐσίᾳ 7. 2, 1, κτλ.· ἴδε Bonitz. σ. 392 κἑξ.
|lstext='''ἐνέργεια''': ἡ, ([[ἐνεργής]]), τὸ ἐνεργεῖν, [[δρᾶσις]], [[πρᾶξις]], [[κίνησις]], [[ἐνέργεια]], ἐν συγκρίσει πρὸς τὴν ἕξιν, ἡ μὲν γὰρ [[αἴσθησις]] [[ἕξις]] ἡ δὲ [[κίνησις]] [[ἐνέργεια]] Ἀριστ. Τοπικ. 4. 5, 1· ἐπὶ πραγμάτων, [[δύναμις]], Διόδ. 20. 95· ἐν τῇ ῥητορικῇ, ζωηρὰ ἢ ἀνθηρὰ [[ἔκφρασις]], Ἀριστ. Ρητ. 3. 11. 2. ΙΙ. ἐν τῇ φιλοσοφίᾳ τοῦ Ἀριστ. τὸ ἐνεργείᾳ ὑπάρχειν, πράγματι ὑπάρχειν, ἀντιτίθεται τῷ δυνάμει ὑπάρχειν. Μετὰ τὰ Φυσ. 8. 6, 1 κἑξ.: ἴδε τὴν λέξιν [[δύναμις]] IV: ἡ [[ἐνέργεια]] [[πολλάκις]] δὲν διακρίνεται τῆς λέξεως [[ἐντελέχεια]]· ἀλλ’ ὅτι ὁ Ἀριστ. κάμνει διάκρισιν μεταξὺ αὐτῶν [[εἶναι]] φανερὸν ἐκ τῶν Φυσ. 3. 3, 1, Μετὰ τὰ Φυσ. 8. 3. 9· ἀμφότεραι σημαίνουσι τὴν πραγματικὴν ὕπαρξιν πράγματός τινος, ἀλλ’ ἡ [[ἐντελέχεια]] [[εἶναι]] ἡ [[πλήρης]] καὶ [[ἀπόλυτος]] [[κατάστασις]] ἡ προερχομένη ἐκ τῆς ἐνεργείας, Trendelenb. de An. σ. 297. Bonitz. Metaph. 2. σ. 387: ἡ [[ἐνέργεια]] ἀντιτίθεται [[ὡσαύτως]] τῇ ὕλῃ. Μετὰ τὰ Φυσ. 7. 2, 6 καὶ = τῇ οὐσίᾳ 7. 2, 1, κτλ.· ἴδε Bonitz. σ. 392 κἑξ.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>I.</b> force en action, <i>p. opp. à</i> [[δύναμις]], force en puissance ; activité;<br /><b>II.</b> <i>p. ext.</i> <b>1</b> action <i>ou</i> fonctionnement (d’un mécanisme);<br /><b>2</b> action, acte (<i>p. opp. à</i> [[ἕξις]], manière d’être, état) ; force des choses, force <i>ou</i> vivacité dans le discours ; <i>t. de gramm.</i> l’Actif;<br /><b>3</b> action, influence (<i>en mauv. part, en parl. du mauvais esprit</i>).<br />'''Étymologie:''' [[ἐνεργής]].
}}
}}