Anonymous

ἐπανύω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_23)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπᾰνύω''': μέλλ. -ύσω ῠ, [[φέρω]] εἰς [[τέλος]], τελειώνω, οὐδὲ ποτέ [[σφιν]] [[νίκη]] ἐπηνύσθη Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 311 (ἑρμηνευόμενον ὑπὸ τῶν συμφραζομένων, ἀλλ’ ἄκριτον εἶχον [[ἄεθλον]]). ― Μέσ., [[παρέχω]], οἵαν... ἐπί μοι μελέῳ [[χάριν]] ἠνύσω (ἀντὶ ἐπηνύσω μοι) Σοφ. Τρ. 996.
|lstext='''ἐπᾰνύω''': μέλλ. -ύσω ῠ, [[φέρω]] εἰς [[τέλος]], τελειώνω, οὐδὲ ποτέ [[σφιν]] [[νίκη]] ἐπηνύσθη Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 311 (ἑρμηνευόμενον ὑπὸ τῶν συμφραζομένων, ἀλλ’ ἄκριτον εἶχον [[ἄεθλον]]). ― Μέσ., [[παρέχω]], οἵαν... ἐπί μοι μελέῳ [[χάριν]] ἠνύσω (ἀντὶ ἐπηνύσω μοι) Σοφ. Τρ. 996.
}}
{{bailly
|btext=achever.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ἀνύω]].
}}
}}