Anonymous

ἐπίνοια: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_9)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίνοια''': ἡ, ([[νοῦς]]) τὸ σκέπτεσθαι [[περί]] τινος, [[σκέψις]], [[διάνοια]], [[ἰδέα]], οὐδ’ ἐς ἐπίνοιαν ἐλθεῖν τινος Θουκ. 3. 46· ὡς... 4. 92· οὐδ’ ἐπίνοιαν [[οὐδέποτε]] ποιησάμενοι τῆς θαλάσσης, οὐδὲ διανοηθέντες ποτὲ περὶ αὐτῆς, Πολύβ. 1. 20. 12· τὰς ἐπ. εἴς τι φέρειν Διον. Ἁλ. πρὸς Γν. Πομπ. Ἐπιστ. 1.2· πάσαις ταῖς ἐπ. γίγνεσθαι [[περί]] τι Πολύβ. 5. 110, 10· κατ’ ἐπίνοιαν Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 348· πᾶσαν ἐπ. ἀτοπίας ὑπερβάλλειν Πλούτ. 2. 1065D. 2) [[δύναμις]] τοῦ ἐπινοεῖν τι, ἐφευρετικότης, [[οἶνον]] σὺ τολμᾷς εἰς ἐπ. λοιδορεῖν; Ἀριστοφ. Ἱππ. 90, πρβλ. Θεόφρ. π. Ὀσμ. 7: - [[ὡσαύτως]], [[ἐφεύρεσις]], [[ἐπινόημα]], ἐπ. ἀστειοτάτη Ἀριστοφ. Ἱππ. 539· καινὴν ἐπ. ζητεῖν ὁ αὐτ. Σφ. 346, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 2. 3, 19· θαυμαστὰς ἐξευρίσκων ἐπ. Ἀριστοφ. Ἱππ. 1322, κτλ. 3) [[σκοπός]], σχέδιον, τίν’ ἐπ. ἔσχεσθες; Εὐρ. Φοίν. 408, πρβλ. Μήδ. 760· τίς ἐπ.; Ἀριστοφ. Θεσμ. 766, πρβλ. Ὄρν. 405· τίς... ἡ ’πίνοια τῆς ἐγκεντρίδος; ὁ αὐτ. 1073, πρβλ. Πλ. 45. ΙΙ. ἡ [[μετὰ]] [[ταῦτα]] [[σκέψις]], δευτέρα [[σκέψις]], ψεύδει γὰρ ἡ ’πίνοια τὴν γνώμην Σοφ. Ἀντ. 389, πρβλ. [[Ἐπιμηθεύς]]: - [[καθόλου]], [[κατάληψις]], [[κατανόησις]], τὴν κοινὴν ἐπίνοιαν Πολύβ. 6. 5, 2, πρβλ. Λογγίνου Ἀποσπ. 7. 3.
|lstext='''ἐπίνοια''': ἡ, ([[νοῦς]]) τὸ σκέπτεσθαι [[περί]] τινος, [[σκέψις]], [[διάνοια]], [[ἰδέα]], οὐδ’ ἐς ἐπίνοιαν ἐλθεῖν τινος Θουκ. 3. 46· ὡς... 4. 92· οὐδ’ ἐπίνοιαν [[οὐδέποτε]] ποιησάμενοι τῆς θαλάσσης, οὐδὲ διανοηθέντες ποτὲ περὶ αὐτῆς, Πολύβ. 1. 20. 12· τὰς ἐπ. εἴς τι φέρειν Διον. Ἁλ. πρὸς Γν. Πομπ. Ἐπιστ. 1.2· πάσαις ταῖς ἐπ. γίγνεσθαι [[περί]] τι Πολύβ. 5. 110, 10· κατ’ ἐπίνοιαν Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 348· πᾶσαν ἐπ. ἀτοπίας ὑπερβάλλειν Πλούτ. 2. 1065D. 2) [[δύναμις]] τοῦ ἐπινοεῖν τι, ἐφευρετικότης, [[οἶνον]] σὺ τολμᾷς εἰς ἐπ. λοιδορεῖν; Ἀριστοφ. Ἱππ. 90, πρβλ. Θεόφρ. π. Ὀσμ. 7: - [[ὡσαύτως]], [[ἐφεύρεσις]], [[ἐπινόημα]], ἐπ. ἀστειοτάτη Ἀριστοφ. Ἱππ. 539· καινὴν ἐπ. ζητεῖν ὁ αὐτ. Σφ. 346, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 2. 3, 19· θαυμαστὰς ἐξευρίσκων ἐπ. Ἀριστοφ. Ἱππ. 1322, κτλ. 3) [[σκοπός]], σχέδιον, τίν’ ἐπ. ἔσχεσθες; Εὐρ. Φοίν. 408, πρβλ. Μήδ. 760· τίς ἐπ.; Ἀριστοφ. Θεσμ. 766, πρβλ. Ὄρν. 405· τίς... ἡ ’πίνοια τῆς ἐγκεντρίδος; ὁ αὐτ. 1073, πρβλ. Πλ. 45. ΙΙ. ἡ [[μετὰ]] [[ταῦτα]] [[σκέψις]], δευτέρα [[σκέψις]], ψεύδει γὰρ ἡ ’πίνοια τὴν γνώμην Σοφ. Ἀντ. 389, πρβλ. [[Ἐπιμηθεύς]]: - [[καθόλου]], [[κατάληψις]], [[κατανόησις]], τὴν κοινὴν ἐπίνοιαν Πολύβ. 6. 5, 2, πρβλ. Λογγίνου Ἀποσπ. 7. 3.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>I.</b> pensée qui vient à l’esprit, <i>d’où</i><br /><b>1</b> réflexion, imagination, pensée;<br /><b>2</b> invention;<br /><b>II.</b> pensée après coup, réflexion tardive.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπινοέω]].
}}
}}