3,274,408
edits
(6_10) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κᾰρῡκεία''': ἡ, ἡ παρασκευὴ ἐδεσμάτων κεκαρυκευμένων, Ἀθήν. 646Ε, Λουκ. Συμπ. 11, Λεξιφ. 6, Αἰλ. π. Ζ. 4. 40· [[καρυκεία]] ποιητικὴ Συνέσ. 53D. 2) [[ταραχή]], «καρυκείαις… ταραχαῖς» Ἡσύχ. | |lstext='''κᾰρῡκεία''': ἡ, ἡ παρασκευὴ ἐδεσμάτων κεκαρυκευμένων, Ἀθήν. 646Ε, Λουκ. Συμπ. 11, Λεξιφ. 6, Αἰλ. π. Ζ. 4. 40· [[καρυκεία]] ποιητικὴ Συνέσ. 53D. 2) [[ταραχή]], «καρυκείαις… ταραχαῖς» Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />assaisonnement recherché, sauce épicée et délicate.<br />'''Étymologie:''' [[καρύκη]]. | |||
}} | }} |