Anonymous

ὅδισμα: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_21)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὅδισμα''': τό, (ὡς ἐκ ῥήματ. ὁδίζω), πολύγομφον ὅδ., ὁδὸς συνηρμοσμένη διὰ πολλῶν γόμφων, δηλ. ἡ τοῦ Ξέρξου [[γέφυρα]] [[ὑπὲρ]] τὸν Ἑλλήσποντον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 71.
|lstext='''ὅδισμα''': τό, (ὡς ἐκ ῥήματ. ὁδίζω), πολύγομφον ὅδ., ὁδὸς συνηρμοσμένη διὰ πολλῶν γόμφων, δηλ. ἡ τοῦ Ξέρξου [[γέφυρα]] [[ὑπὲρ]] τὸν Ἑλλήσποντον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 71.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />route, voyage.<br />'''Étymologie:''' [[ὁδός]].
}}
}}