3,273,724
edits
(6_23) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παρηγορία''': Ἰων. -ίη, ἡ, [[παραίνεσις]], [[προτροπή]], Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1281· ― μεταφορ., χρίματος... ἀδόλοισι παρηγορίαις, θαλπωραῖς, Αἰσχύλου Ἀγ. 95· ― ἴση [[παρηγορία]], = [[ἰσηγορία]], Wytt. Ep. Cr. σ. 173. 2) ἐπώνυμον, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 4. 8, 3. ΙΙ. [[παραμυθία]], [[παρηγορία]], κοινῶς «παρηγοριά», τοῦ πένθους Πλουτ. Κίμων 4, πρβλ. Περικλ. 34· υἱοῖο, ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τοῦ υἱοῦ, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 502. 4· ― [[κατάπτωσις]], [[καταπράϋνσις]], τοῦ παροξυσμοῦ Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 3. | |lstext='''παρηγορία''': Ἰων. -ίη, ἡ, [[παραίνεσις]], [[προτροπή]], Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1281· ― μεταφορ., χρίματος... ἀδόλοισι παρηγορίαις, θαλπωραῖς, Αἰσχύλου Ἀγ. 95· ― ἴση [[παρηγορία]], = [[ἰσηγορία]], Wytt. Ep. Cr. σ. 173. 2) ἐπώνυμον, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 4. 8, 3. ΙΙ. [[παραμυθία]], [[παρηγορία]], κοινῶς «παρηγοριά», τοῦ πένθους Πλουτ. Κίμων 4, πρβλ. Περικλ. 34· υἱοῖο, ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τοῦ υἱοῦ, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 502. 4· ― [[κατάπτωσις]], [[καταπράϋνσις]], τοῦ παροξυσμοῦ Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> exhortation, encouragement;<br /><b>2</b> consolation, adoucissement.<br />'''Étymologie:''' [[παρήγορος]]. | |||
}} | }} |