3,274,216
edits
(6_18) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πολύγναμπτος''': -ον, ποικιλόκαμπτος, πολυγνάμπτων μυχῶν, κατὰ πολλοὺς τρόπους καμπτομένων κοιλωμάτων, φαράγγων, Πινδ. Ο. 3. 49· [[λαβύρινθος]] Ἀνθ. Π. 9. 191· συνεστραμμένος, [[σγουρός]], [[σέλινον]] Θεόκρ. 7. 68. | |lstext='''πολύγναμπτος''': -ον, ποικιλόκαμπτος, πολυγνάμπτων μυχῶν, κατὰ πολλοὺς τρόπους καμπτομένων κοιλωμάτων, φαράγγων, Πινδ. Ο. 3. 49· [[λαβύρινθος]] Ἀνθ. Π. 9. 191· συνεστραμμένος, [[σγουρός]], [[σέλινον]] Θεόκρ. 7. 68. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qui a beaucoup de sinuosités, aux détours abondants;<br /><b>2</b> recourbé, frisé <i>en parl. de certains feuillages</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[γνάμπτω]]. | |||
}} | }} |