3,273,681
edits
(6_19) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετράρχης''': -ου, Στράβ. 567, Πλουτ. Ἀντών. 56, κλπ., πρβλ. [[τετραρχία]]. ΙΙ. ὁ διοικῶν ἢ διευθύνων τέσσαρας λόχους ἢ 64 ἄνδρας, Ἀρρ. Τακτ. 10. 1. | |lstext='''τετράρχης''': -ου, Στράβ. 567, Πλουτ. Ἀντών. 56, κλπ., πρβλ. [[τετραρχία]]. ΙΙ. ὁ διοικῶν ἢ διευθύνων τέσσαρας λόχους ἢ 64 ἄνδρας, Ἀρρ. Τακτ. 10. 1. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />tétrarque, <i>chef d’une région sur quatre dans une province, ou chef avec trois autres</i>.<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[ἄρχω]]. | |||
}} | }} |