3,273,619
edits
(6_9) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποστᾰτός''': ἢ ὑπόστατος (ἴδε Λοβεκ. Παραλ. 476), ον, ῥημ. ἐπίθετ. τοῦ ὑφίσταμαι, ὁ [[ὑποκάτω]] τιθέμενος· - ὡς οὐσιαστικ., ὑπόστατον, τό, [[στήριγμα]], βάσις, ὡς τὸ [[ὑποστάτης]], Συλλ. Ἐπιγραφ. 150. 42., 151. 25, Παυσ. 10. 26, 9, [[Πολυδ]]. Ι΄, 46. ΙΙ. ὃν δύναταί τις νὰ ὑπομείνῃ, οὐχ ὑποστατὸν Εὐρ. Ἱκ. 737· [[θεός]]… θνητοῖς [[οὐδαμῶς]] ὑπ. ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 177. 2. ΙΙΙ. ὁ κατ’ οὐσίαν ὑπάρχων, Λατιν. subsistens, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 10. 60, Κλήμ. Ἀλέξ. 915, κλπ. | |lstext='''ὑποστᾰτός''': ἢ ὑπόστατος (ἴδε Λοβεκ. Παραλ. 476), ον, ῥημ. ἐπίθετ. τοῦ ὑφίσταμαι, ὁ [[ὑποκάτω]] τιθέμενος· - ὡς οὐσιαστικ., ὑπόστατον, τό, [[στήριγμα]], βάσις, ὡς τὸ [[ὑποστάτης]], Συλλ. Ἐπιγραφ. 150. 42., 151. 25, Παυσ. 10. 26, 9, [[Πολυδ]]. Ι΄, 46. ΙΙ. ὃν δύναταί τις νὰ ὑπομείνῃ, οὐχ ὑποστατὸν Εὐρ. Ἱκ. 737· [[θεός]]… θνητοῖς [[οὐδαμῶς]] ὑπ. ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 177. 2. ΙΙΙ. ὁ κατ’ οὐσίαν ὑπάρχων, Λατιν. subsistens, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 10. 60, Κλήμ. Ἀλέξ. 915, κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qu’on peut supporter, auquel on peut résister;<br /><b>2</b> qui existe.<br />'''Étymologie:''' [[ὑφίστημι]]. | |||
}} | }} |