Anonymous

ἄκναμπτος: Difference between revisions

From LSJ
SL_1
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
(SL_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄκναμπτος''': ἄκναπτος, ἄκνᾰφος = [[ἄγναμπτος]], ἄγναπ., κτλ.
|lstext='''ἄκναμπτος''': ἄκναπτος, ἄκνᾰφος = [[ἄγναμπτος]], ἄγναπ., κτλ.
}}
{{Slater
|sltr=<b>ᾰκναμπτος, -ον</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[inflexible]], [[unflinching]] βουλαῖς ἀκνάμπτοις (v. l. ἀκάμποις: ἀκάμπτοις coni. Hermann.) (P. 4.72) ἄκναμπτον Ἥρᾳ [[μένος]] ἀντερείδων (sc. [[Ἀπόλλων]]) Πα. . . ]ἀκνάμπτο[ Δ. 4a. 5.
}}
}}