Anonymous

ἀποκωλυτέον: Difference between revisions

From LSJ
big3_6
(6_20)
(big3_6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποκωλυτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[ἀποκωλύω]], δεῖ ἀποκωλύειν, Σωρανὸς περὶ Γυναικ. Παθ. σ. 240Β.
|lstext='''ἀποκωλυτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[ἀποκωλύω]], δεῖ ἀποκωλύειν, Σωρανὸς περὶ Γυναικ. Παθ. σ. 240Β.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[hay que impedir]] τὴν παράληψιν Sor.121.29.
}}
}}