Anonymous

ἀντιρρητικός: Difference between revisions

From LSJ
big3_5
(6_10)
(big3_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιρρητικός''': -ή, -όν, [[ἐναντιολογικός]], [[ἐριστικός]], ὁ ἔχων ὡς [[θέμα]] τὴν ἀντίρρησιν, λόγοι ἀντιρρητικοὶ πρὸς τὰ Ἱεροκλέους Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 21. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Βυζ.
|lstext='''ἀντιρρητικός''': -ή, -όν, [[ἐναντιολογικός]], [[ἐριστικός]], ὁ ἔχων ὡς [[θέμα]] τὴν ἀντίρρησιν, λόγοι ἀντιρρητικοὶ πρὸς τὰ Ἱεροκλέους Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 21. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Βυζ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[que refuta]] λόγος S.E.<i>P</i>.1.21, cf. Gr.Naz.M.36.585A, Dion.Ar.M.3.857A<br /><b class="num">•</b>jur. ἀ. λίβελλοι memoria que refuta el alegato de la parte contraria</i>, <i>PMasp</i>.295.1 (V d.C.).<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς: ἀ. ἔχειν [[refutar]] τοὺς λέγοντας Steph.<i>in Hp</i>.1.72.
}}
}}