Anonymous

ὠκυλόχεια: Difference between revisions

From LSJ
47c
(6_10)
(47c)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὠκῠλόχεια''': ἡ, ἡ ταχύνουσα ἢ εὐκολύνουσα τὸν τοκετόν, ἐπὶ τῆς Ἀρτέμιδος, Ὀρφ. Ὕμν. 1.4, κτλ.
|lstext='''ὠκῠλόχεια''': ἡ, ἡ ταχύνουσα ἢ εὐκολύνουσα τὸν τοκετόν, ἐπὶ τῆς Ἀρτέμιδος, Ὀρφ. Ὕμν. 1.4, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />(ως [[προσωνυμία]] της Αρτέμιδος) αυτή που επιταχύνει, που διευκολύνει τον τοκετό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὠκύς]] «γρήγορος» <span style="color: red;">+</span> [[λοχεία]] «[[τοκετός]]»].
}}
}}