δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
P. and V. ποδώκης (rare P.), Ar. and V. ταχύπους, V. ὠκύπους, ὠκύπος, ὠκύθοος, ὠκύπτερος, ὠκυδρόμας, ὠκύδρομος, ὠκύαλος, ὠκυπετής, πόδαργος, ποδάρκης, ποδήνεμος.