vigoroso
Spanish > Greek
vigoroso = δεξιόσειρος, ἔμπλευρος, γυιαλκής, ἄρσην, ἀλκήεις, ἐνδύναμος, βριαρός, γλίον, ἄτρομος, ἀνδρεῖος, ἐναγώνιος, ἀνεμοτραφής, αἰζηός, ἀκμαῖος, δεινός, βιώσιμος, ἔνωρος, ἐγκρατής, ἔναιμος, ἔντονος, ἀλκηστής, ἀκμηνός, ἀκμαστής
* Look up in: Google | Wiktionary | Wikcionario
(Translation based on the reversal of DGE)