αιγοπρόβατα
From LSJ
πῶς δ' οὐκ ἀρίστη; τίς δ' ἐναντιώσεται; τί χρὴ γενέσθαι τὴν ὑπερβεβλημένην γυναῖκα; (Euripides' Alcestis 152-54) → How is she not noblest? Who will deny it? What must a woman have become to surpass her?
Greek Monolingual
τα
γιδοπρόβατα, κοπάδι από κατσίκες και πρόβατα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αίγα + πρόβατο
η λ. πλάστηκε από τον ιστορικό Αμβρόσιο Φραντζή (1839)].