διέπτην

From LSJ

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source

French (Bailly abrégé)

v. διΐπτημι.

Russian (Dvoretsky)

διέπτην: aor. 2 к διΐπτημι.