εκβλάστημα
From LSJ
εὖτ' ἂν ὑπὸ τοῦ κακοῦ κτεινέωνται → when the disease is proceeding towards a fatal termination
Greek Monolingual
το (AM ἐκβλάστημα)
νέος βλαστός, βλαστάρι.
εὖτ' ἂν ὑπὸ τοῦ κακοῦ κτεινέωνται → when the disease is proceeding towards a fatal termination
το (AM ἐκβλάστημα)
νέος βλαστός, βλαστάρι.