εξυπανίστημι

From LSJ

ἀπὸ λεπτοῦ μίτου τὸ ζῆν ἤρτηται → life hangs by a thin thread

Source

Greek Monolingual

ἐξυπανίστημι (Α)
υψώνομαι προς τα πάνω, εξογκώνομαι.