κεραυνοσκοπεῖον

From LSJ

Βοηθὸς ἴσθι τοῖς καλῶς εἰργασμένοις → Bonis inceptis addas auxilium tuum → Erweise dich als Helfer dem, was gut getan

Menander, Monostichoi, 73
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεραυνοσκοπεῖον Medium diacritics: κεραυνοσκοπεῖον Low diacritics: κεραυνοσκοπείον Capitals: ΚΕΡΑΥΝΟΣΚΟΠΕΙΟΝ
Transliteration A: keraunoskopeîon Transliteration B: keraunoskopeion Transliteration C: keravnoskopeion Beta Code: keraunoskopei=on

English (LSJ)

τό, machine for making thunder on the stage, Poll.4.127,130.

German (Pape)

[Seite 1423] τό, nach Poll. 4, 127. 130 im Theater die Donnermaschine, auf einer hohen Warte.

Greek (Liddell-Scott)

κεραυνοσκοπεῖον: τό, μηχαναὶ πρὸς παραγωγὴν κεραυνῶν ἐπὶ τῆς σκηνῆς, Πολυδ. Δ΄, 127 καὶ 130.

Greek Monolingual

κεραυνοσκοπεῖον, τὸ (Α)
μηχάνημα με το οποίο παραγόταν τεχνητά η βροντή κεραυνού στη σκηνή του θεάτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κεραυνός + -σκοπεῖον (< -σκόπος < σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. αστεροσκοπείον, μετεωροσκοπείον].