κρουσιδημώ

From LSJ

ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ → it is impossible to step twice in the same river, you cannot step twice into the same rivers

Source

Greek Monolingual

κρουσιδημῶ, -έω (Α)
(κωμ. κατά το κρουσιμετρώ) εξαπατώ τον δήμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κρουσ- (πρβλ. κρούσ-ις του κρούω) + δημῶ (< -δήμος < δῆμος), πρβλ. αποδημώ, ενδημώ. Σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος].