μεγαλόβοτος

From LSJ

πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεγᾰλόβοτος Medium diacritics: μεγαλόβοτος Low diacritics: μεγαλόβοτος Capitals: ΜΕΓΑΛΟΒΟΤΟΣ
Transliteration A: megalóbotos Transliteration B: megalobotos Transliteration C: megalovotos Beta Code: megalo/botos

English (LSJ)

μεγαλόβοτον, Glossaria on ἱππόβοτος, Apollon.Lex. s.h.v.

Greek (Liddell-Scott)

μεγαλόβοτος: -ον, ὁ, κατά τινας ἀντὶ ἱππόβοτος· «τὸ γὰρ ἱππο- ἐπὶ τοῦ μεγάλου· ὡς ἱπποπάρῃον, τὸν μεγαλοπάρῃον» Ἀπολλωνίου Λεξικ. Ὁμηρ. σ. 367.