ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφός τό τε πάλαι τό τε νῦν → one gets his skill from another, now as in days of old
μονοβίβλιον, τὸ (ΑΜ) μονόβιβλονμικρό μονόβιβλον.
τὸ, = μονόβιβλος.