ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
Full diacritics: οὐνομάζω | Medium diacritics: οὐνομάζω | Low diacritics: ουνομάζω | Capitals: ΟΥΝΟΜΑΖΩ |
Transliteration A: ounomázō | Transliteration B: ounomazō | Transliteration C: ounomazo | Beta Code: ou)noma/zw |
v. ὀνομάζω.
ion. c. ὀνομάζω.
οὐνομάζω: οὐνομαίνω, οὐνομαστός, Ἰων. ἀντὶ ὀνομ-.
οὐνομάζω (Α)
ιων. τ. βλ. ονομάζω.
οὐνομάζω: οὐνομαίνω, οὐνομαστός, Ιων. αντί ὀνομ-.