παρατηρήσιμος

From LSJ

Τῶν γὰρ πενήτων εἰσὶν οἱ λόγοι κενοί → Haud pondus ullum pauperum verbis inest → Denn der Armen Worte haben kein Gewicht

Menander, Monostichoi, 512
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρατηρήσιμος Medium diacritics: παρατηρήσιμος Low diacritics: παρατηρήσιμος Capitals: ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΙΜΟΣ
Transliteration A: paratērḗsimos Transliteration B: paratērēsimos Transliteration C: paratirisimos Beta Code: parathrh/simos

English (LSJ)

παρατηρήσιμον, gloss on ἀποφράδας, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

παρατηρήσιμος: ὁ, ἡ, ὃν παρατηρεῖ τις, Ἡσύχ. ἐν λ. ἀποφράδας.

Greek Monolingual

-η, -ο / παρατηρήσιμος, -ον, ΝΑ παρατήρησις
αυτός που μπορεί να παρατηρηθεί.