πεντηκοντάρχης

From LSJ

γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules

Source

Greek Monolingual

ὁ, Μ
ο πεντηκόνταρχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκοντα + -άρχης].