πιλητής

From LSJ

ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαroot of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money

Source

German (Pape)

[Seite 615] ὁ, der Wolle, Haare krämpt, filzt, Filzer, – übh. der zusammendrängt, verdichtet.

Greek (Liddell-Scott)

πῑλητής: -οῦ, ὁ, ὁ κατασκευάζων πιλήματα, Πολυδ. Ζ΄, 171.

Greek Monolingual

ὁ, Α [[[πιλώ]] (Ι)]
αυτός που κατασκευάζει πιλήματα.