Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
Μδηλώνω επιπροσθέτως.[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + φράζω «μιλώ»].