Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück
-η, -ο, Ν
ντυμένος με ρόδα («Απρίλη ροδοφόρετε, Μάη μου κανακάρη», δημ. τραγούδι).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ρόδο + φορώ (πρβλ. καλο -φόρετος)].