Ἥδιστόν ἐστιν εὐτυχοῦντα νοῦν ἔχειν → Dulcissimum prudentia inter prospera → Erfreulich ist, wenn man im Glück Vernunft besitzt
[Seite 948] ἡ, v. l. von στομακάκη.
στομοκάκη: ἡ, ἴδε στομακάκη.
ἡ, Αβλ. στομακάκη.