τάστα

From LSJ

πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει → all men naturally desire knowledge

Source

Greek Monolingual

τα, Ν
μουσ. τα σταθερά ή κινητά χωρίσματα του βραχίονα τών λαουτοειδών οργάνων.