Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
ΜΑ ἀκμάζω
μσν.
1. έχω υπερβεί την ακμή της ηλικίας μου, έχουν περάσει τα νιάτα μου
2. είμαι γεμάτος, έχω αφθονία από κάτι («παντοίοις ὑπερακμάζων κακοῖς», Θεοφ.)
αρχ.
υπερτερώ σε ακμή, υπερέχω σε δύναμη.