χοληγικός
From LSJ
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
German (Pape)
[Seite 1363] zum Abführen der Galle gehörig, Hippocr., l. d., Andre wollen χοληγαγικός schreiben.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α χοληγός
(πιθ. γρφ.) αυτός που συντελεί στην διοχέτευση της χολής.